Του άρεσε να τον φωνάζω μαστρο-Βασίλη. Ο καθένας και τα γαλόνια του, επαναλάμβανε , κάνοντας την ίδια πάντα κίνηση. Έστριβε το μουστάκι του, ακόμη κι όταν αποφάσισε να το κόψει. Τα χούγια βγαίνουν με την ψυχή, η κουβέντα που είχε πρόχειρη. Ήρεμος άνθρωπος. Το μόνο πάθος του ήταν ο Ολυμπιακός. Δεν σήκωνε κουβέντα, ακόμη και σε πράγματα εξώφθαλμα. Είσαι μειωμένου πατριωτικού αισθήματος, έριχνε τα βέλη του και γελούσε αυτάρεσκα. Είχε ακούσει τη φράση σε μια τηλεοπτική συζήτηση κι έκτοτε με απειλούσε με την εκτόξευση της φράσης αν επεδείκνυα οποιαδήποτε ένσταση για όσα έλεγε για την αγαπημένη του ομάδα.
Με ξάφνιασε που τον είδα φουρκισμένο, πριν ακόμη να καθίσω στην ψάθινη καρέκλα του καφενείου. Πριν να γίνει κουβέντα γι’ αυτά που τον έκαναν άλλον άνθρωπο. Είπα να ξεκουραστώ. Πήρα σύνταξη. Καιρός να πιω με την ησυχία μου το πρωινό καφεδάκι. Να χαζέψω στην τηλεόραση. Να μάθω τα νέα. Να μην τα κλέβω με το’ να αυτί στις μηχανές των αυτοκινήτων και τ’ άλλο στο ραδιόφωνο. Να ’χα σπάσει το πόδι μου τη μέρα που έβανα τα χαρτιά για σύνταξα. Ετούτοι είναι βασανιστές. Με αγριεύουν όσοι βγαίνουν το πρωί στην τηλεόραση. Σκιάζομαι, αδερφέμου. Όλο κρατήσεις, μείωση στις συντάξεις, αύξηση στο ΦΟΥ ΠΟΥ Α. Έχω χάσει το κέφι που είχα στο μαγαζί. Μαράζωσα, αδερφέ μου. Το’κοψα το πρωινό συνήθειο. Δεν ξαναβάζω αυτόν τον δαίμονα.
Θυμήθηκα τον μαστρο-Βασίλη, την ώρα που άκουγα τις κλαγγές από τη διασταύρωση των αντεγκλήσεων με αφορμή τη διαγραφή των δημοσιογράφων από το συνδικαλιστικό τους σωματείο.Έχει αναδειχτεί η υπόθεση σε προμετωπίδα του αγώνα για τον σεβασμό της ελευθερίας του δημοσιογράφου να εκφράζει δημόσια και χωρίς οιονδήποτε φόβο κάθε είδους λογοκρισίας.
Θα ήταν άστοχο να διαφωνήσει κάποιος μ’ αυτές τις απόψεις. Οι άνθρωποι που μάχονται, με μύριες όσες δυσκολίες, στην πρώτη γραμμή της ενημέρωσης είναι στην πρώτη γραμμή των αγώνων για τη δημοκρατία και την ελευθερία έκφρασης, όχι μόνο της προσωπικής τους αλλά και όλων των πολιτών, ιδίως όσων είναι απροστάτευτοι απέναντι στις ποικιλώνυμες μπουλντόζες της εξουσίας. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει επιλογή. Δεν μπορεί κανείς να συμφωνήσει με τις διαγραφές. Δεν λύνουν το πρόβλημα. Στις δημοκρατίες η ελευθερία έκφρασης δεν μπορεί να είναι υπόθεση πειθαρχικών οργάνων ούτε του αρχηγού του κόμματος που κατεβάζει από το αεροπλάνο όποιον διαφωνεί μαζί του. Η δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο όταν κυκλοφορούν ανάμεσά μας στρατιωτάκια.
Δυστυχώς, το θέμα ξεστράτισε. Εγκλωβίστηκε στις μυλόπετρες της μικροπολιτικής και των μικροσυμφερόντων. Γιατί η ψίχα του θέματος έμεινε έξω από τη συζήτηση. Έμεινε μετέωρος ο φόβος του μαστρο-Βασίλη. Νιώθει να τον τρομοκρατούν όσοι θέλουν , τάχα, να τον ενημερώσουν. Όλοι ομνύουν στο δικαίωμα της έκφρασης . Όλοι σέβονται τη βούληση του πολίτη που μπορεί ελεύθερα να επιλέξει.
Σ΄αυτό το σημείο διυλίζουμε τον κώνωπα και καταπίνουμε την κάμηλο. Δημιουργεί ο τηλεοπτιοκός-και συχνά και ο ραφιοφωνικός- συνθήκες ώστε να εμφανιστεί η ελεύθερη βούληση των πολιτών; Καταπίνουμε την κάμηλο. Το αυταπόδεικτο. Οι πρωινές εκπομπές λόγου έχουν γίνει βασανιστές. Δεν μπορεί να γελάσει το χειλάκι του θεατή. Απ’ το πρωί νιώθει να βρίσκεται στην κλίνη του προκρούστη και να του τεμαχίζουν το χώμα και την ψυχή. Κι όλα αυτά στο όνομα της αντικειμενικής ενημέρωσης. Μια προσεκτική ανάγνωση της συνέντευξης του Νομινίκ Βολτόν(Βήμα), από τους επιφανέστερους ειδικούς στην πολιτική επικοινωνία, θα αντιληφθούν ότι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία να τεθεί στο τραπέζι αν και κατά πόσο ο τρόπος που διατυπώνεται ο δημοσιογραφικός λόγος-σε περιόδους πολιτικής όξυνσης-υπηρετεί την πολιτική ωριμότητα και τη δημιουργεί μιας ισοβαρούς επικοινωνιακής σχέσης-στο μέτρο του δυνατού-με τον άοπλο θεατή και αναγνώστη του.
Η έκφραση της ελεύθερης βούλησης των πολιτών παραμένει το ζητούμενο. Διευκολύνεται , όμως, μια τέτοια προοπτική , όταν η βούληση του πολίτη παγιδεύεται στα πλοκάμια του φόβου;
Ο φόβος είναι τρομοκρατία, είναι χειραγώγηση της συνείδησης , είναι αδρανοποίησης της κριτικής ανάλυσης και