Γράφει ο Κώστας Μαζιώτης
Την τελευταία Κυριακή, της Τυρινής, παρακολούθησα στο Αρτ Καφέ Μποτίλια στο Πέλαγο, ζωντανά τους ντόπιους West Coast Band. Για να ακριβολογώ τα τρία έκτα τους, αφού το καφέ δεν προσφέρεται για εξαμελές σχήμα. Στη σκηνή, λοιπόν, ανέβηκαν οι: Δανάη Σγουροπούλου (τραγούδι), Σοφία Κυριάκη (πλήκτρα/τραγούδι) και ο Αποστόλης Παπουτσάκης (ηλεκτρική κιθάρα). Το πρόγραμμα που παρουσίασαν, απαρτιζόταν από επιλογές μέσα από το ρεπερτόριο κλασσικών ροκ, φανκ, ρυθμ εντ μπλουζ και, φυσικά καθαρόαιμων μπλουζ τραγουδιών. Όλα αυτά, βέβαια, τόσο από το μακρινό, όσο και από το πρόσφατο παρελθόν.
Πριν συνεχίσω να αναφέρω πως την επομένη, Καθαρά Δευτέρα, η μπάντα, εν πλήρη συνθέσει και δόξη, θα έπαιζε στο ροκ μπαρ No Name, στα πλαίσια των εορτασμών της πόλης για τα Κούλουμα.
Για το λάιβ που παρακολούθησα, τι να πω; Το σχήμα το έχουμε παρακολουθήσει, λίγο-πολύ, αν όχι όλοι, σίγουρα οι περισσότεροι. Η Δανάη με την ερμηνεία της σε πείθει ότι γεννήθηκε για να τραγουδά μπλουζ-ροκ’ν’ρολ. Η Σοφία, γνωστή κι αγαπητή, είναι σπουδαία ερμηνεύτρια, μουσικός και δασκάλα μουσικής. Όσο για τον Αποστόλη… Από τις μέρες που η Πρέβεζα είχε ροκ σκηνή (το θυμάται, άραγε, κανείς;) ο Αποστόλης Παπουτσάκης έχει εδραιώσει τη φήμη του ως ο σπουδαιότερος ροκ κιθαρίστας που έχει αυτή η πόλη. Δε θα ξεχάσω που περιμέναμε να κάνουν λάιβ οι Δραπέτες για να τον ακούσουμε να σολάρει πάνω σε τραγούδια του Τζίμι Χέντριξ και του Ρόρι Γκάλαχερ. Ένα σωρό παιδιά έχουν μάθει, όλα αυτά τα χρόνια, από τον Αποστόλη να παίζουν κιθάρα.
Είμαι έτοιμος να του πλέξω το εγκώμιο, αλλά ο Αποστόλης, με τη σεμνότητα που τον διακρίνει, θα γέλαγε και θα με παρότρυνε να αφήσω τα …σάπια! Κάποια στιγμή θα το κάνω. Τώρα, όμως, με αφορμή αυτό το λάιβ και, κυρίως εξαιτίας του ότι γνωρίζω πως ο Αποστόλης Παπουτσάκης έβγαλε πρόγραμμα δύο και μισής ωρών με πυρετό την προηγούμενη μέρα και μην έχοντας πλήρως αναρρώσει, θα κάνω κάτι άλλο: Θα μιλήσω για όλους τους ανώνυμους και αφανείς μουσικούς, όλα αυτά τα χρόνια, οι οποίοι μετρούν ατελείωτες ώρες μελέτης και πρόβας και παίζουν σε κάθε περίσταση και σε κάθε πιθανό και απίθανο μέρος. Που είναι ή νιώθουν υποχρεωμένοι να ανέβουν στη σκηνή και να τα δώσουν όλα για το κοινό. Το οποίο κοινό, ωστόσο, είναι συχνά ολιγάριθμο και απαίδευτο. Κοινό που συχνά αδιαφορεί για τα επί σκηνής. Απλά δίνει στη μουσική τον άχαρο και άδικο ρόλο του «χαλιού» και, όχι σπάνια, φλυαρεί μεγαλόφωνα. Το έχω πει κατά καιρούς, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις, το δηλώνω και τώρα: Είναι ασέβεια τα «πηγαδάκια» και η κουβέντα με μεγάλη ή μικρή ένταση στις συναυλίες. Ασέβεια προς εκείνους που θέλουν να παρακολουθήσουν και, κυρίως, ασέβεια προς τον επί σκηνής μουσικό. Για πιο λόγο; Για τον απλούστατο λόγο ότι τη στιγμή της παράστασης, ο μουσικός επιτελεί έναν πανάρχαιο ρόλο. Έναν ρόλο που ανάγεται στα χρόνια που οι άνθρωποι ζούσαν ακόμα σε φυλές και ήταν θέμα επιβίωσης η συνοχή, το αρμονικό δέσιμο της ομάδας. Σε αυτό συντελούσε και η ψυχαγωγία, το ανέβασμα της ψυχής μέσω της αγωγής.
Αυτό το ρόλο επιτελεί μέχρι σήμερα ο κάθε μουσικός, τόσο ο φημισμένος, όσο και ο αφανής. Συχνά καλούμενος να υπερνικήσει εμπόδια όπως ασθένεια, φυσική και πνευματική κόπωση, κακή διάθεση, ακόμη και πένθος. Ακόμη και τους δικούς του/της φόβους και ανασφάλειες.
Γιατί όλα αυτά;
Γιατί «Η Παράσταση Πρέπει Να Συνεχίσει»!