Τις πολιτικές εξελίξεις σχολίασε στο απογευματινό μαγκαζίνο του Prisma 91,6, ο Ευρωβουλευτής της Λαϊκής Ενότητας Νίκος Χουντής, ο οποίος πρόσφατα επισκέφτηκε την Ήπειρο.
Στο ερώτημα αν η κοινωνία έχει πιστέψει ότι υπάρχει ένας διαφορετικός τρόπος διακυβέρνησης, ανέφερε ότι η κοινωνία το πίστεψ με το δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015, που με έναν μαγικό τρόπο απέρριψε τις μνημονιακές προτάσεις από την πλευρά της Κομισιόν, δίνοντας εντολή να παλέψουμε για έναν διαφορετικό ρόλο.
“Δυστυχώς δεν έγινε αυτό και έκτοτε εμφανίζεται ως το επίδικο μιας κοινωνίας που έχουν τείνει να την μεταβάλουν σε μειωμένες προσδοκίες, επιχειρήματα του τύπου ότι πάρουμε, “ο,τι μπορέσουμε να σώσουμε” σήμερα αποτελεί και το κεντρικό ερώτημα των εκλογών.
Δηλαδή την δεδομένη χρονική στιγμή το ερώτημα είναι τι θα διαλέξουμε, μία εντός εισαγωγικών καλύτερη διαχείριση του ίδιου δρόμου, του μνημονιακού που απορρίφθηκε με το δημοψήφισμα και η συζήτηση βασίζεται πάνω εκεί, με την λαϊκή ενότητα να υποστηρίζει ότι υπάρχει διαφορετικός δρόμος, προσπαθώντας να το αποδείξει ώστε να το πάρει στα χέρια του ο ελληνικός λαός.”
Ο κύριος Τσίπρας και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ, δικαιολόγησαν όλη αυτή την πολιτική, για την πιο μακροχρόνια παραμονή τους στην εξουσία, με τον ίδιο να δηλώνει στην Ευρωβουλή, ότι όλα όσα πίστευε ήταν μία αυταπάτη, δίνοντας εξετάσεις σε όλους αυτούς που προωθούν είναι φιλελεύθερη πολιτική, ότι είναι το καλό παιδί, έχοντας αλλάξει, σπέρνοντας την απογοήτευση και κλειδώνοντας κατά τη δική του άποψη αυτή την αναζήτηση για έναν εναλλακτικό δρόμο.
Ο εναλλακτικός δρόμος υπάρχει, δεν δοκιμάστηκε, επιβεβαιώνεται στην πράξη ότι αν δεν κινηθείς προς την κατεύθυνση απόρριψης των μνημονιακών και στη συνέχεια μετά μνημονιακών πολιτικών, να πάρει η χώρα και κυβέρνηση της που θα στηρίζει το λαό τον έλεγχο της οικονομίας, των τραπεζών, της δημόσιας περιουσίας, καθώς όλα αυτά έχουν αντιστραφεί μετά τις αυταπάτες.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση διατρέχεται από πολύπλευρες κρίσεις, η μία είναι η οικονομική, καθώς η χώρα μας παραμένει ακόμα ως πειραματόζωο αυτών των μνημονιακών πολιτικών, που στις πρώτες περιπτώσεις , σύμφωνα με τον κύριο Ντάισελμπλουμ, σώθηκαν οι τράπεζες και το ευρώ και καμία χώρα ούτε οι πολίτες της, επίσης υπάρχει μία μεγάλη κρίση γύρω από το μεταναστευτικό, όπου εν γένει ακολουθείται μία υποκριτική πολιτική και όχι μία πολιτική σύμφωνα με το δίκαιο των προσφύγων και των μεταναστών.
Η συμφωνία της Ευρώπης με την Τουρκία την έκανε αφέντη όλης αυτής της διαδικασίας, ενώ ακολουθεί μία υποκριτική πολιτική και δεν κάνουν τίποτα για να σταματήσουν την μεταναστευτική ροή από τις εστίες τους, θυμίζοντας την πολιτική του κυρίου Μακρόν, όπου μέσα στην Ευρωβουλή δήλωσε ότι θα βομβαρδίσει όπου θέλει και όποτε θέλει και αυτό σημαίνει νέες μεταναστευτικές ροές από τη Συρία και τη Λιβύη, τα μέρη δηλαδή που είχαμε νέα έξαρση του μεταναστευτικού.
Αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση που διακατέχεται από αυτήν την υποκριτική μεταναστευτική πολιτική, δεν μπορεί να πείσει τους Ευρωπαίους ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με ανθρωπιστικές αξίες και το έχει κάνει αντικείμενο συναλλαγής.
Αυτή η συναλλαγή δεν βγαίνει, καθώς η λογική του να πάρει χρήματα η χώρα μας για να τους κρατήσει, με τις υπόλοιπες χώρες να επιλέγουν ποιους θέλουν και τους επόμενους να τους αφήνουν στο έλεος των επεμβάσεων για την οποία είναι υπεύθυνη η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τον ευρωσκεπτικισμό τον τροφοδοτεί η πορεία που έχει πάρει η Ευρωπαϊκή Ένωση και αν αυτός συνοδεύεται, αντιμεταναστευτική, ρατσιστική ορολογία και πρακτική, οφείλεται στο γεγονός ότι οι υποκριτικές πολιτικές από μία μεριά και οι πολιτικές λιτότητας δημιουργούν το οικονομικό και πολιτικό θερμοκήπιο.
Ο άλλος βλέπει τον μετανάστη ως κάποιον που θα το φάει και τη δουλειά θα εισπράξει από το κοινωνικό κράτος που διαλύεται έναντι αυτού που έχει ανάγκη, επομένως αυτή η ρητορική ενισχύεται από αυτές τις πολιτικές και η άνοδος της ακροδεξιάς είναι αποτέλεσμα αυτού του θερμοκηπίου.
Για να πάμε σε μία διαφορετική Ευρωπαϊκή Ένωση και Ελλάδα που να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα πρέπει να χτυπήσεις τις αιτίες αυτού του φαινομένου στη ρίζα του, διαφορετικά δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις πειστικά και θα κερδίζει η ακροδεξιά, που καπηλεύεται αυτά τα προβλήματα και αναπτύσσει αυτή τη ρητορική.